Κώστας Σωτηρόπουλος από τους «Hellenic 5»: Θέλουμε η καρδιά των Ελλήνων να τραγουδάει

(Από αριστερά:) Κώστας Σωτηρόπουλος (μπουζούκι, τραγούδι), Ευγενία (τραγούδι, πιάνο), Δημήτρης Στογιάνοφ (κλαρίνο), Βασίλης Σωτηρόπουλος (κρουστά, δημοτικό τραγούδι), Βασίλης Δημητρόπουλος (κιθάρα, μπάσο, τραγούδι) σε φεστιβάλ στην πολιτεία Indiana. Η φωτογραφία προέρχεται από το αρχείο της ορχήστρας «Hellenic 5».

Ο Κώστας Σωτηρόπουλος (Kostas Sotiropoulos) μίλησε στον «Ε.Κ.» για την πορεία της ορχήστρας «Hellenic 5» στο μουσικό στερέωμα, με έδρα το Σικάγο, που δραστηριοποιείται στις Η.Π.Α., στον Καναδά, στη Λατινική Αμερική και στην Ελλάδα.

Οπως ανέφερε, η ορχήστρα «Hellenic 5» δημιουργήθηκε το 1981 στο Σικάγο από πέντε φίλους μουσικούς με πρωτεργάτη τον ίδιο.

Θυμάται ότι η ενασχόλησή του με τη μουσική ξεκίνησε από τα σχολικά του χρόνια: «…Η ελληνική μουσική και όχι μόνον, με μαγνήτιζε, μέχρι που ο θείος μου, όταν ήμουν 12 ετών, μου έκανε δώρο ένα μπουζούκι». Εκτοτε, εξήγησε ότι ενώ ήταν σχεδόν αυτοδίδακτος, μέσα από παρέες με μουσικούς, έμαθε πολλά για τη μουσική και στην ηλικία των 15 ετών, ξεκίνησε μαθήματα μπουζουκιού σε ωδείο του Κολωνού στην Αθήνα.

Αρχικά, είπε ότι εμπνεύστηκε από καλλιτέχνες, όπως οι Καζαντζίδης, Μητροπάνος, Πάριος, Χιώτης, Ζαμπέτας, Λεμονόπουλος: «Με αυτών τη μουσική στην αγκαλιά μου και με το όργανο στην πλάτη, βρέθηκα στην Αμερική σε ηλικία 17 ετών».

Ο Κώστας Σωτηρόπουλος με το αγαπημένο του μπουζούκι. Η φωτογραφία προέρχεται από το προσωπικό αρχείο του Κώστα Σωτηρόπουλου.

«Με το μουσικό μας συγκρότημα, στις αρχές απευθυνθήκαμε στη νεολαία. Κυρίως στα πανεπιστήμια που πάντα υπήρχαν ελληνικοί σύλλογοι…», τόνισε, διευκρινίζοντας ότι πλέον, η ορχήστρα καλύπτει όλα τα είδη διασκέδασης, όπου υπάρχει το ελληνικό στοιχείο και απέκτησαν κιόλας πολλούς φίλους ξένους που αγαπούν και σέβονται τη μουσική τους.

Διευκρίνισε ότι οι ηχογραφήσεις είναι δικές τους συνθέσεις, εξηγώντας ότι σε φεστιβάλ, η μουσική είναι διασκεδαστική και χορευτική, ενώ σε θέατρο πανεπιστημίου ή πολιτιστικού κέντρου είναι έντεχνη, παραδοσιακή και σύγχρονη, λειτουργώντας ως «πρεσβευτές να ακουστεί υπερήφανα η μουσική ταυτότητα της Ελλάδας».

Εξήγησε ότι εστιάζουν στην επιλογή των κομματιών, στον ήχο, ενώ είπε ότι τα μουσικά όργανα που διαθέτουν σχετίζονται με το πρόγραμμά τους: «Δεν προσπαθούμε να παίξουμε συνθέσεις που μπορούν να αλλοιωθούν, διότι λείπουν όργανα […]. Το ζητούμενο είναι, ναι μεν η διασκέδαση, αλλά και η ποιότητα».

Ανέφερε ότι τη δεκαετία του ’80, όταν πρωτοήρθε στην Αμερική, το δημοτικό τραγούδι κυριαρχούσε, ενώ πλέον τα πράγματα άλλαξαν: «…Ξαφνιάστηκα ερχόμενος από την Αθήνα, με την έλλειψη της λαϊκής, ρεμπέτικης και σύγχρονης μουσικής, που […] έφερνα μαζί μου. Ισως να ήταν και αυτός ο λόγος που αποφάσισα να συγκροτήσω αυτήν τη […] σύγχρονη ορχήστρα. Σήμερα, οι νέοι ακούν τα πάντα με το πάτημα ενός κουμπιού…».

Τέλος, δήλωσε ότι η καρδιά των Ελλήνων κτυπάει γρήγορα και δυνατά στο εξωτερικό, τονίζοντας: «Εμείς οι μουσικοί τη θέλουμε και να τραγουδάει».