Αθανασία Ευθυμιοπούλου: Πίστη και αρχές επηρεάζουν σημαντικά το μέλλον
Η κ. Αθανασία Ευθυμιοπούλου με το νέο της βιβλίο. Φωτογραφία: «Εθνικός Κήρυξ» – Κώστας Μπέη.
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. «Ο θησαυρός της ζωής της», μία έκδοση που κυκλοφόρησε πρόσφατα και στη Νέα Υόρκη. Αυτοβιογραφία, συγγραφέας της οποίας είναι η Αθανασία Ευθυμιοπούλου. Αναφέρεται στην περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου, με ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά στοιχεία, πλαισιωμένα από τα πρόσωπα δύο οικογενειών και τις περιπέτειές τους.
Ζουν μέσα από τις δυσκολίες και την αγριότητα ενός πολέμου που εξελίχθηκε σε «αδελφοκτόνο», ο οποίος, όπως λέει και η ίδια η συγγραφέας, «μεταλλάσσεται για να συνεχιστεί δια βίου πόλεμος εκ των έσω».
Ωστόσο, όπως είπε, «οι «ευκαιρίες» σε συνδυασμό με τις «ιδιαιτερότητες» της ελληνικής φυλής απέδωσαν σε εκείνους που επωφελήθηκαν από αυτές. Αφήνεται ο αναγνώστης να επιλέξει να κρατήσει τις δικές του απόψεις. Σημασία έχει η διατήρηση αρχών, αξιών, που είναι παντοτινές, με απόρροια τις αντιλήψεις, που πολλές φορές επηρεάζονται από γεγονότα και βιώματα, με αποτέλεσμα να παραφράζονται αυτές οι αξίες και αρχές».
Η συγγραφέας παρουσιάζει τον ρόλο των ξένων δυνάμεων και τη σύγκρουση με το εθνικό συμφέρον, θυμίζοντας τις συνθήκες και τα γεγονότα, που οδηγούν στο σήμερα.

Πόσο έχουν αλλάξει οι συνθήκες; «Οι συζητήσεις που προβάλλονται πολλές φορές, αναφέρουν ως δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι κόμβος και κρύβει μέσα της πολύτιμες ευκαιρίες. Το ζήτημα είναι κατά πόσο οι αξίες και αρχές μας θα μας προστατεύσουν από το να παραδώσουμε την περιουσία μας στα χέρια ξένων συμφερόντων».
Κεντρικό πρόσωπο του έργου είναι η Πολυξένη, για την οποία στο βιβλίο αναφέρει ότι «…Παρά την ευαίσθητη καρδιά της κατάφερε να κρατήσει την οικογένεια ενωμένη, με την αέναη προσπάθειά της να καλύψει τα κενά, να φουντώσει το καλό… αλλά και το αναγκαίο…».
Αναπόφευκτα, τίθεται το ερώτημα: είναι η ευαισθησία αδυναμία ή δύναμη ψυχής; «Η ευαισθησία της [Πολυξένης] την έκανε πάντα να σκέπτεται, να εμβαθύνει στα γεγονότα, να αναλύει και μετά να ισορροπεί στην πραγματικότητα. Χωρίς ευαισθησία δεν αναλύεις. Η ανάλυση τις περισσότερες φορές μας κάνει ετοιμοπόλεμους…, εφοδιασμένους και σοβαρούς», υποστήριξε η συγγραφέας.
Οσον αφορά τον ρόλο των δευτεραγωνιστών, εξήγησε ότι «οι αναλυτικές περιγραφές των προσώπων που κρατούν τους δεύτερους ρόλους έχουν σοβαρή σημασία… Είναι συγκρίσιμη εποχή, συγκρίσιμοι άνθρωποι, που σημαδεύουν ωστόσο, τις πολιτισμικές αξίες μας, τις ανθρώπινες σχέσεις».

Τα «Σχόλια» είναι ιδιαίτερο στοιχείο του βιβλίου. Διευκρίνισε ότι αποτελούν ανάλυση προσώπων και γεγονότων: «Είναι ενδιάμεση διήγηση και απάντηση σε όσα ερωτηματικά μπορούν να δημιουργηθούν από την κατάθεση των γεγονότων. Είναι αναγκαίο να αναλυθούν τα γεγονότα προς όφελοςτου αναγνώστη στην κατανόηση του όλου κειμένου».
Στις αναφορές του βιβλίου έχουν θέση οι σπουδές, ο γάμος από προξενιό, οι σχέσεις των δύο φύλων: «Οι σπουδές βρίσκονταν σε δεύτερη θέση. Πιστεύω ότι εκείνο που πρωτεύει είναι η θέληση του ανθρώπου να προετοιμάσει το μέλλον του. Με την επιστήμη ανοίγονται ορίζοντες, ανοίγει το μυαλό, βοηθάει τις αντιλήψεις να πάρουν τη σωστή τους κατεύθυνση».
«Τα όνειρα ήταν η τροφή των νέων, ο δρόμος για το αύριο», αναφέρει στο βιβλίο. Ωστόσο, επειδή τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος για τη «χαμένη γενιά» της Ελλάδας, αναφέρει: «Ονειρα κάνουν όλοι, άσχετα από την ηλικία. Ομως, τα όνειρα των νέων, έχουν μεγαλύτερα περιθώρια επιτυχίας. Καμμιά γενιά δεν είναι χαμένη… Ισως, δεν έχουν όλοι [οι νέοι] τις ίδιες ευκαιρίες. Εμπιστεύομαι όμως, την επιστημοσύνη τους, την παιδεία τους, το πείσμα τους, την ευρηματικότητά τους, για να επιτύχουν το ακατόρθωτο…».
Παράλληλα, τονίζει ότι «θά ’πρεπε να εξυγιάνουμε τον βίο μας. Αυτό ζητούν οι νέοι. Την αξιοκρατία, την αλήθεια, τη διέξοδο από το τέλμα, τη δικαιοσύνη… Είναι καιρός να τους δώσουμε το βήμα να μας εξηγήσουν, να μας κάνουν συνομιλητές τους και σε λίγο ‘ακολούθους’. Η συμβουλή μου είναι παιδεία, επιμονή και προσπάθεια. Η ύλη ακολουθεί το πνεύμα».

Στο κείμενο αναφέρεται η περίπτωση παιδιού με ειδικές ανάγκες και πώς αντιμετωπίστηκε: «Επηρεάζει αρνητικά και προβληματίζει την οικογένεια και την Πολιτεία. Μπορεί όμως, η [ιδιωτική] προσπάθεια να αποδώσει σε μέγιστο βαθμό, όπως στο παράδειγμα του βιβλίου. Η Ντία, η αδελφή της Κλειώς, έμαθε να μιλάει, να γράφει, να κεντάει και να αυτοεξυπηρετείται με τις προσπάθειες της μητέρας της και των αδελφών της».
Περιστατικά που βιώνουν οι ήρωες του έργου, οι οποίοι σημειωτέον είναι υπαρκτά πρόσωπα, είναι άραγε αποτέλεσμα τύχης, συμπτώσεων ή πεπρωμένου; «Πιστεύω ακράδαντα ότι είμαστε κύριοι της ζωής μας. Ο τρόπος που ζούμε είναι αποτέλεσμα της θέλησης και των στόχων μας. Η πίστη και οι αρχές μας επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό το μέλλον μας».
«…Ο άνθρωπος γεννιέται και πεθαίνει μόνος», υπογραμμίζει στο βιβλίο: «Είναι γεγονός ότι πεθαίνουμε μόνοι… Κουβαλούμε μαζί μας ό,τι έμεινε στη μνήμη ως αποτέλεσμα του όλου βίου. Το μάθημα είναι: ποιους επηρέασε η προσωπικότητά μας, τι προσφέραμε, σε τι συνεισφέραμε, ποιοι θα μας θυμούνται; Αφήνεται λοιπόν, ο αναγνώστης με πολλά ερωτηματικά. Μήπως είναι ώρα να επανακαθορίσουμε τη ζωή μας;», αναρωτήθηκε.

«…Ολα τα γιατρεύει ο χρόνος», εκτός από τη μνήμη της μάνας για το χαμένο παιδί της, τονίζεται στο βιβλίο. Σε τι βαθμό όμως, αλλάζουν οι τραυματικές εμπειρίες και τα βιώματα τον άνθρωπο; «Ο λαός μας ξέρει τον πόνο της μάνας, όταν χάνει το παιδί της. Δίνει διπλό πόνο το γεγονός ότι δεν μπορείς να κλάψεις πάνω στο μνήμα του, όταν δεν έχεις το σώμα του. Από αρχαιοτάτων χρόνων, οι ποιητές, οι τραγωδοί, αλλά και οι νέοι λογοτέχνες ανέδειξαν το θέμα αυτό με πολλές μορφές. Ο πόνος δεν περιγράφεται και στην περίπτωση αυτή δεν σταματά. Η Κύπρος είναι για μας ένα πικρό παράδειγμα. Οι μάνες ακόμη κλαίνε σε άδειους τάφους, ενώ η διεθνής κοινότητα σιωπά», επεσήμανε.
Στην ερώτηση εάν πιστεύει ότι μπορεί να μεταφερθεί το βιβλίο στο θέατρο ή στον κινηματογράφο, είπε ότι «υπάρχουν κατάλληλοι άνθρωποι που μπορούν να αξιολογήσουν ένα έργο κατά πόσο πληροί τέτοιες προϋποθέσεις – μάλλον σε αυτούς θα έπρεπε να απευθύνετε την ερώτηση».
Διευκρίνισε ότι για εκείνη το σπουδαιότερο είναι ότι κατάφερε να φέρει σε πέρας κάτι που το όφειλε σε αυτούς τους μεγάλους ανθρώπους: «Οι ήρωες του βιβλίου είναι αληθινοί. Μέσα από τις δυσκολίες τους, θωρακίζουν την οικογένεια, γιατί είναι αυτή που μετράει και καθοδηγεί το μέλλον τους. Φυσικά η γυναικεία προσωπικότητα αναδεικνύεται, εξελίσσεται και προσαρμόζεται για το καλό του μέλλοντος, κρατώντας σταθερά το τιμόνι της οικογένειας. Τα λάθη μπορεί να γίνουν παράδειγμα και οι επιτυχίες φάροι και οδηγοί».
Τελικά, ποιος είναι ο «θησαυρός» της ζωής της; Αυτό αφήνεται να το βρει ο αναγνώστης.

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, μαθήτευσε στην Ελληνογαλλική Σχολή «Καλαμαρί» και αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Για 28 χρόνια, εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ακολούθησε τον σύζυγό της στο Βέλγιο, το Σικάγο και τη Νέα Υόρκη.
Στο Σικάγο παρουσίασε ιστορικά και πολιτιστικά έργα με την αγαστή συνεργασία της Μητροπόλεως Σικάγου και του Γενικού Προξενείου.
Με το Γραφείο Παιδείας της Αρχιεπισκοπής Αμερικής δημιούργησε παλαιότερα τη θεατρική ομάδα νέων της Ελληνικής Ορθοδόξου Αρχιεπισκοπής Αμερικής. Ζει στη Νέα Υόρκη με τον σύζυγό της, Δρα Ιωάννη Ευθυμιόπουλο, Διευθυντή Ελληνικής Παιδείας της Αρχιεπισκοπής Αμερικής.
Εχουν δυο γιους, τον Ευθύμιο και τον Μάριο-Παναγιώτη.

Η κ. Αθανασία Ευθυμιοπούλου με τον εγγονό της. Η φωτογραφία είναι από το προσωπικό αρχείο της ίδιας.
ΠΗΓΗ: Εθνικός Κήρυκας